Κυριακή 13 Απριλίου 2008

Πρωταγωνιστές και κομπάρσοι στη χώρα μας

"Oι Eλληνες σχεδιαστές, πλην εξαιρέσεων, διακρίνονται από ερασιτεχνισμό" , της Σάντυς Τσαντάκη για την ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Υπάρχει ελληνική μόδα κι αν ναι, τότε ποιοι είναι οι πρωταγωνιστές της; Μπορεί να δυσκολεύεστε να το πιστέψετε, όμως υπάρχουν τουλάχιστον σαράντα σχεδιαστές μόδας που δημιουργούν στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη, με αλήθειες και ψέματα. Τι γίνεται όταν η μόδα μιλάει ελληνικά; Πώς επιβιώνουν -αν επιβιώνουν τελικά- οι πρωταγωνιστές και οι κομπάρσοι της εγχώριας βιομηχανίας μόδας;

Eπίδειξη κακογουστιάς
Κανείς δεν βγαίνει να μιλήσει ανοιχτά, σαν να πρόκειται για κρατικό μυστικό. Η αλήθεια είναι μία, όμως η ανασφάλεια της παρεούλας είναι μεγαλύτερη. Επιδείξεις μόδας σπανίως πραγματοποιούνται. Και όταν ακόμη γίνονται, γίνονται ετεροχρονισμένα, για τη δόξα, τα φώτα, τις δηλώσεις στις κάμερες. Για να φιλοξενηθούν αργότερα σε τριτοκοσμικές εκπομπές με επίμονα ζουμ στα επίμαχα σημεία, καθώς η μόδα φαίνεται ότι προσφέρεται για άφθονα οφθαλμόλουτρα.
Τα εγχώρια μοντέλα δεν χάνουν ευκαιρία. Εμφανίζονται στην τηλεόραση, σε πρωινές εκπομπές, γίνονται σταρ στον μικρόκοσμό τους. Δεν γυμνάζονται, δεν προσέχουν τη διατροφή τους, περπατούν στην πασαρέλα σαν ξεκούρδιστα ρομποτάκια, με το χαμόγελο της επιτυχίας, χωρίς να μπουν στον κόπο να αντιγράψουν έστω τις ξένες συναδέλφους τους που και δίμμετρες είναι, και περιζήτητες, και έχουν τελειοποιήσει το περπάτημα της γαζέλας Ναόμι ή της Ζιζέλ. Είναι οι ίδιες κοπέλες που λένε για να το πιστέψουν και αυτές ότι «δεν είμαστε άψυχες κρεμάστρες, αλλά ερμηνεύουμε ένα ρόλο, ανάλογα με το ρούχο και τη σκηνοθεσία τού εκάστοτε σχεδιαστή». Αρκεί να έρθει κανένα σούπερ μοντέλο (μία φορά τον χρόνο στην καλύτερη περίπτωση), όπως η Νατάλια Βοντιάνοβα, η Κάρλα Μπρούνι ή η Κλόντια Σίφερ, για να δούμε τη διαφορά.
Δεν φταίνε τα κορίτσια, όμως. Οι εγχώριοι σχεδιαστές, αν και όχι όλοι, προτιμούν να παρουσιάσουν τις συλλογές τους στην τηλεόραση από το να προσκαλέσουν τις πελάτισσές τους σε ντεφιλέ, έστω και σε κάποιο ξενοδοχείο, όπως έκαναν παλιά. Είναι οι ίδιοι άνθρωποι που έχουν συνδέσει την επίδειξη μόδας με το φλύαρο, παραληρηματικό σόου με το κακόγουστο φινάλε με τα νυφικά και τη μουσική υπόκρουση με άριες. Να μην πουλήσουμε στα σίγουρα; Να μην εξοντώσουμε και τους θεατές που κάθονται και παρακολουθούν επί μιάμιση ώρα τα μοντέλα να παρελαύνουν ένα ένα, αργά και βασανιστικά, μέχρι να εξοντώσουν και το τελευταίο τους θύμα; Και σαν να μην ήταν αρκετό, στο τέλος της επίδειξης είθισται να διαβάζει κάποιος με... ντουντούκα τους συντελεστές του σόου και φυσικά τους χορηγούς, φέρνοντας στο νου το μεγάλο παζάρι.

Xαλασμένο τηλέφωνο
Για να μη μιλήσουμε καλύτερα για τις αντιγραφές, δηλαδή το χαλασμένο τηλέφωνο. Οι διεθνείς τάσεις τούς αφήνουν αδιάφορους ή τις θυμούνται μία σεζόν μετά. Oταν καλούνται να απαντήσουν στην ευφάνταστη ερώτηση «Tι θα φορεθεί φέτος;», απαντούν με το γνωστό βαρύγδουπο στυλάκι, με κλισέ του τύπου «Θα φορεθεί πολύ το μαύρο, το μίνι και η γούνα», αναλύοντας στη συνέχεια τι ήταν εκείνο που τους ενέπνευσε, «το ελληνικό φως», «η καθημερινότητα», «το παρελθόν» και ανάλογες γενικότητες.
Η σύγχρονη ελληνική μόδα θα μπορούσε να εμπνέεται πραγματικά από την Ελλάδα, σήμερα, χθες, αύριο, να ακολουθήσει το παράδειγμα των μεγάλων δασκάλων, όπως ήταν ο JeaDesses, όπως είναι ακόμη ο Γιάννης Τσεκλένης για τους νεότερους που εμπνέονται από τις παλιότερες συλλογές του και που ταξίδεψαν την Ελλάδα στον κόσμο… Oμως όχι. Η Ελλάδα στα μάτια τους είναι φολκλόρ, είναι ένα τόπι με μουσελίνα, μια τιρκουάζ πινελιά, άντε το πολύ κι ένας χιτώνας από συνθετικό μετάξι.
Είναι και το «κλίμα» που δεν βοηθάει, κλίμα μίσους, παρά συναδελφικότητας. Για ποια εβδομάδα ελληνικής μόδας μιλάμε όταν δεν μπορούν να καθήσουν στον ίδιο χώρο παραπάνω από τρεις, άντε τέσσερις το πολύ, συνάδελφοι, εκπρόσωποι της μόδας made iGreece; Απόπειρες συσπείρωσης έχουν γίνει στο παρελθόν, αν και χωρίς αποτέλεσμα, αφού απέτυχαν προτού καν ξεκινήσουν.
Αρκετοί Ελληνες σχεδιαστές υπογράφουν ακόμη με τα μικρά τους ονόματα, δεν μπαίνουν καν στον κόπο να αλλάξουν το κατεστημένο, έχουν συμφιλιωθεί με τη μετριότητα. Δεν υπάρχει λόγος να τους χαϊδεύουμε άλλο. Οι τιμές τους είναι εξωπραγματικές, ζουν κυρίως από τις πωλήσεις των νυφικών, λειτουργούν με τη λογική της υψηλής ραπτικής, αν και με υλικά πρετ-α-πορτέ στην καλύτερη περίπτωση. Διαμαρτύρονται ότι δεν... πουλάνε, ότι δεν προωθούνται σωστά, ότι χαραμίζονται στην πατρίδα τους, αλλά δεν κάνουν καμία προσπάθεια να σταματήσουν να δημιουργούν με ψέματα, να ακολουθήσουν τους διεθνείς κανόνες επιβίωσης στον χώρο της μόδας, βιομηχανίας εξαιρετικά κερδοφόρας σε άλλα κράτη του κόσμου.
Αυτοαποκαλούνται κουτυριέ και δημιουργοί υψηλής ραπτικής, αποπροσανατολίζοντας τις περισσότερες φορές το κοινό τους και χρεώνουν χίλια ευρώ παραπάνω στην παραγγελία της υποψήφιας νύφης, αν εκείνη θελήσει να προσθέσει μανικάκι. Ποιες είναι οι καλύτερές τους πελάτισσες; Οι κυρίες της νύχτας, οι οποίες, όταν δεν φορούν Καβάλι ή Βερσάτσε, μπαίνουν στον κόπο να αναδείξουν, όπως λένε, και κανέναν Ελληνα σχεδιαστή. Τιμή τους και καμάρι τους; Αν μπορούσαν, ας έκαναν κι αλλιώς.
Oι φωτεινές εξαιρέσεις
Κι όμως, υπάρχουν και φωτεινές εξαιρέσεις, νέοι κυρίως σχεδιαστές που πηγαίνουν κόντρα στο ρεύμα, γι' αυτό και δεν είναι τόσο γνωστοί, αφού έχουν επιλέξει να μην τηλεδιαφημίζονται. Ακόμη λιγότεροι είναι εκείνοι που κάνουν αυτήν τη στιγμή λαμπερή καριέρα στο εξωτερικό. Η Σοφία Κοκοσαλάκη μάς κάνει να νιώθουμε εθνικά υπερήφανοι, όχι μόνο γιατί σχεδιάζει τα κοστούμια για την τελετή έναρξης και λήξης των Ολυμπιακών Αγώνων στην Αθήνα, αλλά γιατί τα τελευταία χρόνια, κάθε συλλογή της αποτελεί σημείο αναφοράς για τους διεθνείς γκουρού της μόδας που πλέκουν το εγκώμιό της. Δεν είναι τυχαίο ότι πουλάει (και πουλάει καλά) στο Λονδίνο, στο Τόκιο, στη Νέα Υόρκη, στο Παρίσι και φυσικά στην Αθήνα, ενώ δεν σταματάει να εμπνέεται από τη γενέτειρά της, την Κρήτη, και να το φωνάζει.
Ο Τζον Βαρβάτος, ο βασιλιάς της αμερικανικής ανδρικής μόδας, σχεδιάζει τώρα και γυναικεία. Ο Κώστας Μουρκούδης, παλιότερα βοηθός του Χέλμουτ Λανγκ, σήμερα μάχεται ανάμεσα στα ιερά τέρατα της μόδας. Είναι και ο Πίτερ Σπιλιόπουλος, ο οποίος σχεδίαζε μέχρι πρότινος για τον οίκο Cerruti και σήμερα είναι ο αντιπρόεδρος και desigdirector στην Ντόνα Κάραν στη Νέα Υόρκη. Ο Αγγελος Φρέντζος, ο «δικός» μας Αλεξάντερ ΜακΚουίν, συνεπής απέναντι στην τέχνη του όσο και στο κοινό του, δεν πουλάει τα ρούχα του μόνο στην Αθήνα, αλλά και στο Μιλάνο, στο Τόκιο, στο Λονδίνο και στο Παρίσι. Ο Γιώργος Ελευθεριάδης, ο Παύλος Κυριακίδης, η Βάσω Κόνσολα έχουν χαράξει τη δική τους ταυτότητα με αφοσιωμένο κοινό, υποστηρίζοντας οτιδήποτε διαχρονικό.
Είναι κι ένας ρομαντικός Ελληνας που ζει μόνιμα στο Παρίσι, ο Ioannis Guia, ο οποίος δημιουργεί σε μικρότερη κλίμακα, ξεσπώντας και ανατρέποντας πατρόν στο μικροσκοπικό ατελιέ τους στην place des Vosges. Ευτυχώς που έχουμε και τα ταλαντούχα δίδυμα της μόδας, τους «δικούς» μας Ντόλτσε&Γκαμπάνα, τους «δικούς» μας Βίκτορ&Ρολφ: τους Deux Hommes και τους Harris&Angelos, που δεν σταματούν να μας ξαφνιάζουν ευχάριστα.
Η Λουκία αποτελεί σταθερή αξία, η τελευταία των ρομαντικών, μια ενδυματολόγος με αιτία, πάντα με θεατρικές ανησυχίες. Η Σήλια Κριθαριώτη είναι η βασίλισσα των νυφικών. Επιστρέφει μαθαίνουμε και η Δάφνη Βαλέντε, η οποία τα τελευταία χρόνια σχεδίαζε αποκλειστικά κοσμήματα και σκοπεύει τώρα να δημιουργήσει νυφικά και βραδινά φορέματα, πάντα με έμφαση στις λεπτομέρειες. Στη Θεσσαλονίκη ο Nikolas, ο Kωνσταντίνος Σιμεώνης, η Aντρια Παπαδοπούλου, ο Constantinos έχουν τη δική τους πελατεία. Η σύγχρονη γενιά εκπροσωπείται από τον Αγγελο Μπράτη, τον Σπύρο Απκαριάν, την Ορσαλία Παρθένη, τον Χριστόφορο Κοτέντο… Oπως και να 'χει, το χειροκρότημα τους ανήκει. Κυρίως για την υπομονή τους.

1 σχόλιο:

Alkmini είπε...

μια πρωινη καλημερα θα αφησω, γιατι δεν εχω πιει ακομα καφε.
τα λεμε
:)